Περό, Σαρλ

Περό, Σαρλ
(Perrault, Παρίσι 1628 – 1703). Γάλλος συγγραφέας, αδελφός του Πιερ (περ. 1608-1680), συγγραφέα, του Νικολά (περ. 1611-1661), θεολόγου, και του Κλοντ, γιατρού και αρχιτέκτονα. Μέλος της Γαλλικής Ακαδημίας από το 1671, διάβασε εκεί (1687) το ποίημά του O αιώνας του Λουδοβίκου του Μεγάλου· έτσι ξέσπασε η Διαμάχη των Παλαιών και των Νέων, στην οποία ο Π. πήρε μέρος με τουςΠαραλληλισμούς των Παλαιών και των Νέων (1688-98, 4 τόμοι), υποστηρίζοντας την υπεροχή των συγχρόνων του συγγραφέων έναντι των κλασικών Ελλήνων και Λατίνων. Ο Π. όμως τιμήθηκε προπάντων για τα Παραμύθια της Μαμάς Χήνας (1697) που έφεραν στη λογοτεχνία τη μόδα των παραμυθιών (Η κοκκινοσκουφίτσα, ο Κυανοπώγωνας, η Σταχτοπούτα, ο Κοντορεβυθούλης κλπ.).

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • Περό, Σαρλ Εντγκάρ ντι– — (du Perron, Μέεστερ Κορνέλις, Ιάβα 1899 – Μπέργκεν 1940). Ολλανδός συγγραφέας. Από οικογένεια γαλλικής καταγωγής, έζησε στην Ινδοκίνα μέχρι τα 22 του χρόνια, έμεινε μετά για λίγο στο Βέλγιο και κατόπιν εργάστηκε στο Παρίσι ως δημοσιογράφος.… …   Dictionary of Greek

  • Περό, Κλοντ — (Perrault, Παρίσι 1613 – 1688). Γάλλος αρχιτέκτονας. Φημισμένος γιατρός και φυσιοδίφης, ασχολήθηκε με την αρχιτεκτονική, ωθούμενος από τον αδελφό του Σαρλ, που από το 1644 ήταν γενικός επιθεωρητής των Βασιλικών Κτιρίων. Η γνώση της δραστηριότητάς …   Dictionary of Greek

  • Γαλλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Γαλλίας Έκταση: 547.030 τ.χλμ Πληθυσμός: 58.518.148 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα: Παρίσι (2.125.246 κάτ. το 2000)Κράτος της δυτικής Ευρώπης. Συνορεύει στα ΝΑ με την Ισπανία και την Ανδόρα, στα Β με το Βέλγιο και το… …   Dictionary of Greek

  • λαογραφία — Η επιστήμη που μελετά το σύνολο των εκδηλώσεων και των φαινομένων ενός λαϊκού πολιτισμού (ήθη, έθιμα, τέχνη, λογοτεχνία, υλικό βίο κ.ά.). Στη διεθνή ορολογία έχει επικρατήσει η αγγλική λέξη folkore (σύνθεση των λέξεων folk = λαός, και lore =… …   Dictionary of Greek

  • παραμύθι — Λαϊκή διήγηση στην οποία προέχει το θαυμαστό και το φανταστικό και που έχει για πρωταγωνιστές όντα υπεράνθρωπα, νεράιδες, στρίγκλες, μάγους, δράκους, γίγαντες και, οπωσδήποτε, πρόσωπα ικανά, μέσω μαγικών αντικειμένων ή προσωπικής δύναμης, για… …   Dictionary of Greek

  • Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής Συντομευμένη ονομασία: ΗΠΑ (USA) Έκταση: 9.629.091 τ. χλμ Πληθυσμός: 278.058.881 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Ουάσινγκτον (6.068.996 κάτ. το 2002)Κράτος της Βόρειας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τον… …   Dictionary of Greek

  • Κίροφ-Μαρίινσκι, μπαλέτα — Ρωσικό χορευτικό συγκρότημα, μέλος του Θεάτρου Μαρίινσκι, διάσημο για το κλασικό ρεπερτόριό του και για τους καλλιτέχνες με τους οποίους έχει συνεργαστεί. Τα μπαλέτα Κ. Μ. έχουν τις ρίζες τους στη σχολή χορού η οποία είχε ιδρυθεί στην Αγία… …   Dictionary of Greek

  • παιδική λογοτεχνία — Aκόμα και ο ορισμός υπήρξε, στις αρχές του 20ού αι., το κέντρο οξύτατης πολεμικής. Θεωρητικά, δεν μπορεί να διακρίνει κάποιος με ακρίβεια την παιδική λογοτεχνία από τη λογοτεχνία για ενηλίκους, αν και υπάρχουν βέβαια ορισμένα βιβλία που… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”